Οι Βυζαντινοί & Μεσαιωνικοί χρόνοι στην Τροιζήνα

Οχυρωματικά κατάλοιπα στην κορυφή του όρους Αδέρες
Στα τέλη του 4ου αιώνα, το 395-396 μ.Χ. επί αυτοκράτορος Αρκαδίου, η περιοχή της Τροιζηνίας υπέστη την καταστροφική επιδρομή των Γότθων του Αλάριχου, μια επιδρομήπου μάλλον προκάλεσε οδυνηρές πληθυσμιακές και κοινωνικές αλλαγές και οριοθέτησε μια μακρά περίοδο παρακμής.
Ένας σεισμός που έγινε λίγο αργότερα ήρθε να ολοκληρώσει την καταστροφή. Ωστόσο, ανασκαφές που έγιναν στην Τροιζήνα με την εποπτεία της αρχαιολόγου κας Μίχαλου, έφεραν στο φως, στην Επισκοπή, θεμέλια αρχαίου ναού και επί αυτών θεμέλια μεγάλου βυζαντινού ναού με δάπεδο από μωσαϊκά ψηφιδωτά σε καλή κατάσταση.
Δυστυχώς, οι ιστορικές πληροφορίες για τα τότε συμβαίνοντα, καθώς και για όλη τη μακρά περίοδο του πρώιμου και μέσου βυζαντινού Μεσαίωνα, είναι σχεδόν ανύπαρκτες και συχνά προέρχονται από εκκλησιαστικές πηγές που αναφέρουν τα εξής.
«Η Αρχαία Τροιζήν φαίνεται ότι επέζησε καί κατά τούς παλαιοχριστιανικούς χρόνους. Τούτο τουλάχιστον μαρτυρούσι παλαιοχριστιανικά τινά γλυπτά (θωράκιον, κιονόκρανον) άτινα ευρέθησαν κατά τήν ανασκαφήν της μεσαιωνικής Εκκλησίας (…). Αλλωστε τέ η κατά τόν 6ο αιώνα ύπαρξις της Τροιζήνος μαρτυρείται καί εκ του Συνεκδήμου του γραμματικού Ιεροκλέους, όστις καταλέγει τήν “Τρυζένα” μεταξύ των “πόλεων της Αχαΐας υπό Ανθύπατον”.
Αργότερον μάλιστα η πόλις της Τροιζηνος προήχθη εις Επισκοπήν, ης ο Επίσκοπος Αντώνιος υπέγραψε τό πρακτικόν της Ζ’ εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου του έτους 787 ως “Τροιζήνας”. ‘Ένα όμως αιώνα αργότερον, εν τω Τακτικώ Λέοντος του Φιλοσόφου (886-907) τό Αρχαίον όνομα της Τροιζήνος αντικαθίσταται διά του Δαμαλά».
Ανατολικά της αρχαίας Τροιζήνας, χτίστηκε σιγά-σιγά ο Δαμαλάς. Λέγεται ότι το όνομα αυτό το έδωσε ο Λέων ο Σοφός το 885 μ.Χ. από κάποιον Δαμαλά, εύπορο αξιωματικό του Ρωμαϊκού Στρατού, που είχε στην κατοχή του μεγάλες εκτάσεις γης στην περιοχή.
Τα στοιχεία για τη συγκρότηση του Δαμαλά, ως οχυρής θέσης και οικισμού στη θέση της αρχαίας Τροιζήνας, είναι μάλλον συγκεχυμένα και αντιφατικά για την περίοδο από τον 9ο έως το 12ο αιώνα και αρχίζουν να φωτίζονται με σχετική επάρκεια μόνον μετά την πρώτη κατάρρευση της Βυζαντινής κυριαρχίας και την έλευση των Λατίνων (αρχές 13ου αιώνα) μαζί με την οικοδόμηση οχυρωματικών έργων μακράς πνοής.
Το 888 μ.Χ. έγινε έδρα της Επισκοπής και υπαγόταν στην Μητρόπολη Κορινθίας και ο Μητροπολίτης είχε τον τίτλο Επίσκοπος Δαμαλών και Πεδιάδος. Στην Επισκοπή υπαγόταν μέχρι το 1825 και αυτό αποδεικνύεται από δύο έγγραφα προς τους προεστούς της Ύδρας του 1812, τα οποία είχαν υπογραφή του επισκόπου Δαμαλών Ιωνά.
Τα ερείπια του ναού της Επισκοπής σώζονται σήμερα πλάι στο ιερό του Ιππόλυτου. Ο αρχικός ναός ανήκει στον 11 αιώνα, είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο, σύνθετος τετρακιόνιος και κτισμένος πάνω σε παλαιότερο τετρακιόνιο.
To 968 μ.Χ. επισκέφθηκε την Τροιζηνία, ο Όσιος Νίκων, εκ Πόντου, και επί δύο μήνες δίδαξε το Χριστιανισμό.
Κατά τη Φραγκοκρατία, 1204-1484, η Τροιζήνα ονομαζόταν Νταμαλέτ ή Ελαμάλα και την εποχή του πάπα Ιννοκέντιου του Γ (1240, περίοδος Ιεράς Εξέτασης) έγινε έδρα του Λατίνου επισκόπου. Η επισκοπή αυτή διατηρήθηκε μέχρι την κατάληψη του Δαμαλά από τους Τούρκους.
Βέβαιο είναι ότι σε όλη την περίοδο της Φραγκοκρατίας η ευρύτερη περιοχή γνώρισε ποικίλες διοικητικές κατατμήσεις και ανασυνθέσεις και ότι υπήρξε πεδίο έντονης δράσης της ρωμαϊκής Εκκλησίας, η οποία, όμως, δεν μπόρεσε να δημιουργήσει εκεί κάποιες σταθερές βάσεις και να μεταβάλει το θρησκευτικό φρόνημα των κατοίκων.
Ο Δαμαλάς, αμέσως μετά την κατάκτηση της Κορινθίας από τους Φράγκους (1210), το 1212 η περιοχή περιήλθε στην κυριότητα του δουκάτου των Αθηνών, με ηγεμόνα τον Γουλιέλμο de la Roche, γιο Βουργούνδιου ευπατρίδη. Σαν ηγεμόνας της αναφέρεται και ο βαρόνος Μαρτίνος Ζαχαρίας 1307-1329.
Περί τα τέλη του ίδιου αιώνα η περιοχή περιήλθε στον Ματθαίο του Walincourt (από τη Μονς του Βελγίου), το γνωστό ως Βαρόνο της Βελιγόστης και του Δαμαλά, που νυμφεύθηκε τη Θεοδώρα του Βυζαντίου, θυγατέρα του Θεοδώρου Β΄ του Λασκάρεως.
Τον 13ο αιώνα Επίσκοπος Δαμαλών - των Ορθοδόξων - ήταν ο Χρυσόστομος. Διοικητικά, ολόκληρη η περιοχή της Τροιζηνίας υπαγόταν στον ηγεμόνα της Αχαΐας πρίγκιπα Γουλιέλμο και κατόπιν η εξουσία περιήλθε στο Γοδεφρείδο Βιλλαρδουίνο.
Στις αρχές του 14ου αιώνα το φέουδο περνά στους Γενοβέζους δυνάστες της Χίου Zaccaria, που συνδέονταν μέσω επιγαμίας με τους de la Roche. Οι τελευταίοι, φέροντας τον τίτλο του «βαρόνου του Δαμαλά», διατήρησαν την εξουσία τους μέχρι το 1382, οπότε η περιοχή περιήλθε στους Παλαιολόγους και «επέστρεψε» στη βυζαντινή κυριαρχία.
Κατά τις επόμενες δεκαετίες, πρέπει να εφαρμόστηκαν και τα σχέδια ευρέως εποικισμού της σχεδόν ερημωθείσας περιοχής από Αρβανίτες επήλυδες. Η ύστερη βυζαντινή κυριαρχία επί της Τροιζηνίας δεν υπήρξε ούτε σταθερή ούτε και μακρόχρονη. Μετά την άλωση της Πόλης –και ενώ η Πελοπόννησος ζούσε την οθωμανική κατάκτηση– οι Παλαιολόγοι προσέφεραν τις εκεί κτήσεις τους στους Ενετούς, οι οποίοι, μετά από μια περίοδο δισταγμών, αποδέχτηκαν την προσφορά και διοίκησαν για ένα διάστημα την περιοχή, διατηρώντας μάλλον ειρηνικές σχέσεις με τους Τούρκους. Ετσι από το 1484 -1715 ακολούθησε η Ενετοκρατία.
Τελικά, σε απροδιόριστη χρονολογία, αλλά προ του 16ου αιώνα, ο Δαμαλάς, τα άλλα κάστρα της περιοχής και όλη η ανατολική Αργολίδα περιήλθαν υπό τουρκικό έλεγχο και αποτέλεσαν μια ακόμα περιφέρεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Οι Βυζαντινοί & Μεσαιωνικοί χρόνοι στα Μέθανα
Στα Ρωμαϊκά χρόνια υπήρχε ο ναός του Σαράπιδος και της Ίσιδος, ενώ στην πρώιμη Βυζαντινή περίοδο χτίστηκαν Παλαιοχριστιανικές βασιλικές και πρώιμες βυζαντινές εκκλησίες που διατηρήθηκαν μέχρι το τέλος του 6ου ή τις πρώτες δεκαετίες του 7ου αιώνα μ.Χ.
Γραπτές πληροφορίες για την Βυζαντινή περίοδο, δηλαδή από το 330 μ.Χ έως το 1453 και κατά τα πρώτα 150 περίπου χρόνια της Τουρκοκρατίας δεν έχουμε.
Όμως μελετώντας τα διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα είναι δυνατόν να προχωρήσουμε στην ανασύσταση του ιστορικού παρελθόντος της συγκεκριμένης περιόδου.
Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι η Χερσόνησος είχε λίγους κατοίκους και μάλλον μόνο 2 μεγάλους οικισμούς. Έναν στην περιοχή της Παναγίτσας και έναν ακόμη στις κορυφές του Προφήτη Ηλία και της Χελώνας, όπου διασώζονται κατάλοιπα παλαιάς κατοίκησης. Κάποιο μικρό χωριό φαίνεται ότι υπήρχε γύρω από την Εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας, δυτικά της Κουνουπίτσας, όπου υπήρχαν και δύο από τις παλαιότερες διασωζόμενες μεταβυζαντινές εκκλησίες των Μεθάνων, ο Αγιος Δημήτριος και ο Αγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, με πανέμορφες τοιχοποιείες και αγιογραφίες.
|